
Ἅγιος Γεώργιος Νεομάρτυρας ὁ Κύπριος
Γεώργιου Κάκκουρα Δρ Θεολογίας
Ἡ παλαιότερη γραπτὴ ἀναφορά γιά τή ζωή τοῦ Κυπρίου αὐτοῦ Ἁγίου εἶναι μᾶλλον αὐτή πού βρίσκεται στό «Νέον Μαρτυρολόγιον, ἤτοι Μαρτυρία τῶν νεοφανῶν μαρτύρων μετά τήν ἅλωσιν τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά διαφόρους καιρούς καί τόπους μαρτυρησάντων», τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτη πού ἐκδόθηκε στή Βενετία τό 1799.
Ἀναφέρει λοιπόν ὁ ἅγιος Νικόδημος: «Οὗτος ὁ Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Γεώργιος, ἦτον Κύπριος τήν πατρίδα, νέος εἰς τήν ἡλικίαν, ὡραῖος εἰς τήν ὄψιν, φρόνιμος εἰς τόν νοῦν, καί σώφρων εἰς τά ἤθη». Ὁ νεαρός Γεώργιος βρέθηκε νά ὑπηρετεῖ σέ εὐρωπαῖο πρόξενο στήν Πτολεμαΐδα (σημ. Ἄκκρα) τῆς Παλαιστίνης. Εἶχε τή συνήθεια νά πηγαίνει σέ μία φτωχή τούρκισα, γιά νά ἀγοράζει ἀπό αὐτή αὐγά γιά τόν πρόξενο.
Ἐξαιτίας ραδιουργιῶν καί συκοφαντιῶν Ὀθωμανῶν γυναικῶν, συνελήφθη καί κατηγορήθηκε μέ ψευδομαρτυρίες, ὅτι ὑποσχέθηκε γάμο στήν κόρη τῆς φτωχῆς ἐκείνης γυναίκας καί μάλιστα θά «τούρκευε». Ὁδηγήθηκε στό δικαστήριο καί ρωτήθηκε ἄν αὐτά πού τόν κατηγοροῦν ἀληθεύουν. «Οὐδέποτε τοιοῦτον λόγον εἶπεν ἤ ἐννόησεν, ἀλλά αὐτοί ἀπό κακίαν τους τόν συκοφάντησαν», ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ Γεώργιου. Κατά τή διάρκεια τῆς δίκης κλήθηκε τέλος νά ἀπαρνηθεῖ τή χριστιανική του πίστη. Μέ θάρρος ὁ Γεώργιος ἀπάντησε στόν δικαστή πώς «χριστιανός ἐγεννήθη καί χριστιανός θέλει ἀποθάνη». Οἱ προτροπές καί οἱ κολακεῖες νά «τουρκέψη» καί νά ἀσπασθεῖ τό Ἰσλάμ ἀπορρίπτονται μέ σθένος ἀπό τόν Γεώργιο· «ἐστέκετο γάρ στερεός εἰς τήν πίστιν τοῦ Χριστοῦ». Ἔτσι ἀκολουθεῖ τό μαρτύριο.
Ἦταν μέρα Παρασκευή. Οἱ Τοῦρκοι βγῆκαν ἀπό τήν προσευχή στό τζαμί. Φέρνουν τόν ἁλυσοδεμένο Γεώργιο καί τοῦ ἀναγγέλλουν τή θανατική του ποινή. Πολλοί τόν κολακεύουν νά «τουρκέψει». Ὁ Γεώργιος ὅμως τούς ἐλέγχει μέ ἀνδρεία. Οἱ Τοῦρκοι ἀγριεύουν. Τοῦ προτάσσουν τά ὄπλα τους καί τοῦ λένε πώς θά θανατωθεῖ ἄν δέν ἀλλαξοπιστήσει. «Ὁ δέ γενναιότατος μάρτυς τοῦ Χριστοῦ» ὑψώνει τά ἁλυσοδεμένα χέρια του πρός τόν οὐρανό καί «μεγάλη τή φωνή ἀνεβόησε. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ δέξαι τό πνεῦμα μου καί ἀξίωσόν με τῆς Βασιλείας σου».
Μετά ἀπό τά λόγια αὐτά οἱ Ὀθωμανοί ἀδειάζουν τά ὄπλα τους πάνω στόν Μάρτυρα. Ἡ μανία τους καί ἡ ἀγριότητά τους δέ σταματᾶ ὡς ἐδῶ. Ὁρμοῦν μέ μαχαίρια καί «ἔκαμαν ὡς κόσκινον τό μαρτυρικώτατον ἐκεῖνο σῶμα ἀπό τάς μαχαιρίας».
Δέν εἶχε κοπάσει ἡ κακία τῶν Τούρκων, ὅταν ἐκεῖ πού ἦταν γαλήνη γίνεται ἀναβρασμός καί θύελλα τῆς θάλασσας. Ὀγκώδη κύματα ἐκτινάσσονται μέχρι τό τζαμί τῶν Ἀγαρηνῶν, ζητώντας νά τό κατακρημνίσουν, ἐνῶ ἀντίθετα ἡ θάλασσα «ἐλθοῦσα ἕως ἐκεῖ ὁπού ἦταν τό λείψανον, αὐτό μέν ἐφαίνετο πώς τό τιμᾶ καί τό σέβεται, ἐκπλύνουσα τό μαρτυρικόν αἷμα ὁπού ἔτρεχεν ἀπό αὐτά, εἰς τρόπον ὁπού ἔγινεν ὅλη ὡσάν κόκκινος ἀφρός ἀπό κιννάβαριν».
Μπροστά στό θαῦμα αὐτό οἱ Ὀθωμανοί φοβήθηκαν μήπως καταστραφεῖ ὅλη ἡ πόλη. Παρακάλεσαν τούς χριστιανούς νά πάρουν τό λείψανο τοῦ Νεομάρτυρα νά τό τιμήσουν καί νά τό ἐνταφιάσουν ὅπως τοῦ ταιριάζει. Καί «παρευτύς ἠσύχασεν ἡ θάλασσα».
Μετά τήν ταφή γιά τρεῖς ὁλόκληρες νύκτες «ἐφαίνετο ἕνας στύλος πυρός ἀπό τόν οὐρανόν ἕως εἰς τόν τάφον τοῦ ἁγίου καί ὅλη ἡ πόλις ἔφεγγεν ἀπό ἕνα γλυκύτατον φῶς, ὁπού ἐχύνετο τριγύρω ἀπό ἐκεῖνον τόν στύλον τοῦ πυρός». Στή μνήμη αὐτοῦ τοῦ θαύματος, τονίζει ὁ ἅγιος Νικόδημος, χριστιανοί συνηθίζουν νά πηγαίνουν κάθε Παρασκευή στόν τάφο τοῦ Μάρτυρα καί νά κάμνουν μέ «κηρία, λαμπάδας καί θυμιάμα μίαν μεγάλην φωτοχυσίαν καί γίνονται μάλιστα ἄπειρα θαύματα εἰς δόξαν τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ».
Τά θαύματα τοῦ Νεομάρτυρα Γεωργίου συνεχίζονταν μέχρι τίς μέρες τού του, λέγει ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος σημειώνει πώς τιμᾶται στίς 23 Ἀπριλίου μαζί μέ τόν Μεγαλομάρτυρα Γεώργιο τόν Τροπαιοφόρο.
Στήν Ἀκολουθία τοῦ Νεομάρτυρα πού εὑρίσκεται σέ χρήση, στήν Κύπρο, τοποθετεῖται ἡ γιορτή του στίς 13 Ἀπριλίου. Συντάχθηκε τό 1972 ἀπό τόν ὑμνογράφο Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη καί καταχωρίζεται στά «Κύπρια Μηναία» (τόμος 6ος, Λευκωσία 1999). Ἡ αἰτία εἶναι εὔλογη: «Τῇ αὐτῇ ἡμέρα (13 Ἀπριλίου) μνήμην ἐπιτελοῦμεν τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ ἐκ Κύπρου καταγομένου καί ἐν τῇ πόλῃ Πτολεμαΐδος κατά τοῦ ἔτος 1752 ἀθλήσαντος, ἔτι δέ μνείαν ἄγομεν τῆς ἐκ Πτολεμαΐδος μετακομιδῆς εἰς Κύπρον τῶν σεπτῶν αὐτοῦ λειψάνων, γενομένης τῆς 13ης Ἀπριλίου μηνός ἐν ἔτει 1967, Ἀρχιεπισκόπου ὄντος Μακαρίου Γ΄».
Μέ ἐνέργειες τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ καί μέ ἄδεια τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων καί τῆς Ἰσραηλινῆς Κυβέρνησης μεταφέρθηκαν στήν Κύπρο στίς 13 Ἀπριλίου 1967 τά ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Νεομάρτυρος τοῦ Κυπρίου ἀπό τήν Ἄκκρα (Πτολεμαΐδα) τῆς Παλαιστίνης. Γιά τό σκοπό αὐτό εἶχαν σταλεῖ ὡς ἀντιπροσωπεία ὁ τότε Χωρεπίσκοπος Τριμυθοῦντος Γεώργιος καί ὁ διευθυντής τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ Γραφείου Δρ Α. Μιτσίδης. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καί πρωτοβουλία εἶχε ἐπιδείξει καί ὁ Σταυροβουνιώτης μοναχός Νίκανδρος.
Ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου βρίσκεται μεταξύ τῆς Ἱερᾶς Μητρόπολης Πτολεμαΐδας (Ἄκκρα) καί τοῦ Ἱ. Ναοῦ Ἁγ. Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου. Ὁ τάφος παράμεινε ἀνέπαφος ἀπό 1752 μέχρι τό Μάρτιο τοῦ 1963, ὅποτε κατόπιν παρακλήσεως τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ πρός τόν ἀείμνηστο Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Βενέδικτο, ἀνοίχθηκε ἀπό τίς τοπικές ἐκκλησιαστικές ἀρχές παρουσία καί κυπρίων ἱερωμένων. Τά εὑρεθέντα λείψανα τοῦ Ἁγίου τοποθετήθηκαν σέ κατάλληλη θήκη καί φυλάχθηκαν στόν ναό τοῦ Ἁγ. Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου. Ἀπό ἐκεῖ μέρος τοῦ λείψανου τοῦ Ἁγίου (μετωπιαῖο) μεταφέρθηκε 4 χρόνια ἀργότερα στήν Κύπρο, στήν Πατρίδα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Νεομάρτυρα.
Τό λείψανο ἐκτέθηκε τότε στόν Καθεδρικό ναό Ἁγίου Ἰωάννου στή Λευκωσία γιά προσκύνημα ἀπό τόν εὐσεβῆ λαό τῆς Κύπρου καί ἔκτοτε φυλάγονταν στήν Ἁγία Τράπεζα τοῦ ἰδίου ναοῦ.
Τόν Ἰανουάριο τοῦ 1993 ὁ μακαριστός Ἀρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Α΄ ἔδωσε ὁδηγίες καί ἑτοιμάστηκε ἀργυρᾶ εὐπρεπισμένη λειψανοθήκη ὅπου τέθηκε μέσα τό ἱερό τεμάχιο τοῦ λειψάνου τοῦ ἁγίου Νεομάρτυρα Γεωργίου καί ἐκτίθεται πιά μόνιμα γιά προσκύνηση ἀπό τούς πιστούς στόν ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου τοῦ Μεγαλομάρτυρα, τῆς ἐνορίας Ἁγίου Δομετίου (Λευκωσία).
Μετά τό 1993 μέχρι καί σήμερα, στήν Κύπρο ἀνεγέρθηκαν πρός τιμή τοῦ Μεγαλομάρτυρα, ἀριθμός παρεκκλησίων ὅπως π.χ. στή Μονή Μαχαιρᾶ, ἔξω ἀπό τή Μονή τοῦ ἁγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου Τρούλλων Λάρνακας, ἐντός του ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χωριοῦ Ἀλάμπρα Λευκωσίας. Ἐνῶ ἁγιογραφήθηκαν σέ πολλούς ναούς τῆς Κύπρου πλεῖστες ὅσες τοιχογραφίες καί φορητές εἰκόνες τοῦ Ἁγίου.
Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας, ὁ καί ἐπονομαζόμενος Ἰωάννης
Αὐτά μᾶς ἦταν γνωστά γιά τόν ἅγιο Γεώργιο τόν Κύπριο τόν Νεομάρτυρα μέχρι καί τό 2012.
Τό 2012 ὁ Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ ΑΠΘ Συμεών Πασχαλίδης, ἔγκριτος ἐπιστήμονας τῆς Ἁγιολογίας, ἐξέδωσε στή σειρά τοῦ Νεομαρτυρολογικᾶ Σύμμεικτα Α’, τό ἔργο Ἡ αὐτόγραφη νεομαρτυρολογική συλλογή τοῦ Καισαρίου Δαπόντε, (Θεσσαλονίκη 2012) καί στήν ὁποία ἔκδοση στίς σσ. 281-289 καταγράφεται «Μαρτύριον Ἰωάννου Κυπρίου τοῦ ἐν Πτολεμαΐδι μαρτυρήσαντος». Ὁ Σ. Πασχαλίδης, στή μελέτη τοῦ αὐτή, ἀρκούντως ἱκανῶς, στηρίζει βάσιμα καί ὑποστηρίζει πώς, ὁ πιό πάνω ἀναφερθεῖς ἅγιός μας Γεώργιος ὁ Κύπριος πού μαρτύρησε στήν Ἄκρα τῆς Πτολεμαΐδας τό 1752 καί ὁ Ἰωάννης ὁ Κύπριος πού μαρτύρησε τό 1745/46 στόν ἴδιο τόπο, εἶναι τό ἕνα καί τό αὐτό πρόσωπο.
Ὁ Σ.Π. μᾶς πληροφορεῖ στήν ἔκδοσή του αὐτή ἐξόχως ἐνδιαφέροντα νέα ἁγιολογικά στοιχεῖα περί τῆς ζωῆς καί τοῦ μαρτυρίου τοῦ ἁγίου Νεομάρτυρα Ἰωάννη τοῦ Κυπρίου.
Σύμφωνα λοιπόν μέ τόν αὐτόγραφο κώδικα τοῦ Δαπόντε (χειρ. ἀρ. 253, φφ. 140v-144r, Δημόσια Βιβλιοθήκη Ἁγίας Πετρούπολης, Ρωσία), συντάκτης τοῦ ἐκτενοῦς Μαρτυρίου τοῦ ἁγίου Ἰωάννη ὑπῆρξε ὁ τότε Μητροπολίτης Πτολεμαΐδος Παλαιστίνης Σωφρόνιος [μετέπειτα πατριάρχης Ἱεροσολύμων (1770-1774) καί Κωνσταντινουπόλεως ὡς Σωφρόνιος Β/ (1774-1780)], τό ὁποῖο συνέγραψε κατόπιν αἰτήματος τοῦ Δαπόντε, ἀφοῦ ὁ Σωφρόνιος εἶχε πνευματικές σχέσεις μέ τόν Νεομάρτυρα πρό τοῦ Μαρτυρίου τοῦ ἀλλά καί σχέσεις μέ τόν ἴδιο τόν Δαπόντε. [Ὁ μοναχός Καισάριος Δαπόντε, κατά κόσμον Κωνσταντῖνος, γεννήθηκε στήν Σκόπελο τό 1713 καί πέθανε τό 1784 στή Μονή Ξηροποτάμου Ἁγίου Ὅρους. Ὑπῆρξε ἕνας ἀπό τούς σημαντικότερους λόγιους τοῦ Νεοελληνισμοῦ τοῦ 18ου αἰώνα].
Στήν ἐπιγραφή τοῦ Μαρτυρίου, καταγραφῆς τοῦ Σωφρόνιου, ἀναφέρεται: «Ἐν ἔτει χιλιοστῷ ἑπτακοσιοστῷ τεσσαρακοστῷ πέμπτῳ ἢ ἕκτῳ, μηνὶ Ὀκτωβρίῳ κη’ Μαρτύριον Ἰωάννου Κυπρίου τοῦ ἐν Πτολεμαΐδι μαρτυρήσαντος, συγγραφὲν παρὰ Σωφρονίου Πτολεμαΐδος, αἰτήσει Κωνσταντίνου Δαπόντε τοῦ μετονομασθέντος Καισαρίου». Ἄν καί ἔχουμε αὐτή τήν καταγραφή ἐν τούτοις ὁ ἀκριβής χρόνος καί ἡ μέρα τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἰωάννη παραμένουν ὡς διαφαίνεται ἀπροσδιόριστα.
Στό τέλος τοῦ χειρογράφου σημειώνεται ἀπό τόν ἴδιο τό Σωφρόνιο μέ ὑπογραφή του: «Ἰουνίου ιῃ ͵αψνγῳ [= 1753], ἐν Κωνσταντινουπόλει. † Ὁ εὐτελέστατος καὶ πολυαμάρτητος Πτολεμαΐδος Σωφρόνιος γράφει, μαρτυρεῖ καὶ διαβεβαιοῖ τὰ ἄνωθεν σημειωθέντα περὶ τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἰωάννου τοῦ Κυπρίου».
Ὁ ἅγιός μας, Κύπριος Νεομάρτυρας Ἰωάννης, μᾶς εἶναι ἄγνωστος ἀπό ἄλλες νεομαρτυρολογικές χειρόγραφες ἤ ἔντυπες πηγές. Τόν συναντᾶμε μόνο σέ ἔργα τοῦ Καισάριου Δαπόντε. (Βλ. ἐπίσης τοῦ ἰδίου συλλογή μέ τίτλο «Κέρας τῆς Ἀμαλθείας» ὅπου ὁ Δαπόντε ἀντιγράφει σ’ αὐτό τό Μαρτύριο τοῦ Ἰωάννη). Τό μαρτυρικό τέλος τοῦ Ἰωάννη εἶχε ἐντυπωσιάσει τόσο τόν Δαπόντε ὥστε ὁ ἴδιος σύνθεσε σέ ἔμμετρη μορφή τό πεζό κείμενο τοῦ Σωφρόνιου καί τό συμπερίλαβε στό ἔργο του πού φέρει τίτλο Ρόδον τό Ἀμάραντον (1765 - ἀνέκδοτο). Στήν ἐκτενῆ αὐτή ἔμμετρη μορφή τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἰωάννη, ὁ Δαπόντε ὀνομάζει καί ἐπικαλεῖται τόν ἅγιο ὡς Μεγαλομάρτυρα.
Μία ἄλλη μαρτυρία γιά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Κύπριο τόν Νεομάρτυρα εἶναι ἡ ἀπεικόνισή του στή Λιτή τοῦ Καθολικοῦ τῆς ἱερᾶς μονῆς Ξηροποτάμου. Ὁ Νεοµάρτυρας ἀπεικονίζεται ὡς ἀγένειος νέος νά κρατεῖ σταυρό, μέ τήν ἐπιγραφή «Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κύπριος, 1745 Ὀκτώβριος». Ἀπεικονίζεται μέ ἄλλους 31 Νεομάρτυρες πού καταγράφονται στή χειρόγραφη νεομαρτυρολογική συλλογή τοῦ Δαπόντε. Ζωγραφίστηκαν τό 1783 ἀπό τούς Κορυτσαίους ζωγράφους Κωνσταντῖνο καί Ἀθανάσιο μέ προτροπή καί δαπάνες τοῦ ἰδίου τοῦ Δαπόντε, πού τήν ἐποχή ἐκείνη μόναζε ἐκεῖ στήν Ξηροποτάμου καί μάλιστα μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὡς ἀνακαινιστῆς τῆς Μονῆς. Εἶχε παραδώσει στούς ζωγράφους κατάστιχο μέ τίς ἑορτές τῶν Νεομαρτύρων τῆς Συλλογῆς του γιά νά τοιχογραφηθοῦν.
Ὁ Καθηγητής Συμεών Πασχαλίδης, συγκρίνοντας καί ἀντιπαραβάλλοντας τά δύο μαρτύρια, δήλ. Γεωργίου καί Ἰωάννου, ἐκεῖνο τοῦ ἁγίου Νικοδήμου καί τοῦ Σωφρόνιου ἀντίστοιχα, καταλήγει στό ὅτι σχεδόν ὅλα τά στοιχεῖα τῶν δύο διηγήσεων συγκλίνουν σέ πολύ μεγάλο βαθμό στήν ταύτιση τῶν δύο Νεομαρτύρων σέ ἕνα πρόσωπο, τόν νεομάρτυρα Ἰωάννη τόν Κύπριο πού ἐνταφιάστηκε στόν ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου στήν Πτολεμαΐδα (Ἄκκρα). Ὁ Καθηγητής Σ.Π. ἐπικεντρώνεται ὁ σέ δύο πειστικές ὑποθέσεις. Ἡ λανθασμένη ἀναφορά στό ὄνομα, ἀλλά καί στή χρονολογία τοῦ μαρτυρίου τοῦ Γεωργίου – Ἰωάννη, στό «Νέον Μαρτυρολόγιον», νά προέκυψε ἀπό λάθος πληροφόρηση πού εἶχε ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὁ ὁποῖος ἀπό τό Ἅγιον Ὅρος, ὅπου διέμενε, συνέλλεγε τίς βιογραφίες Νεομαρτύρων µέσῳ ἀλληλογραφίας καί προφορικῶν πληροφοριῶν. Ἀκόμα πολύ πιθανόν, ἡ σύγχυση στό ὄνομα τοῦ Νεομάρτυρα νά προῆλθε ἀπό τόν τόπο ταφῆς του, δηλ. τόν ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου, στόν ὁποῖο κατεξοχήν τελεῖτο ἡ µνήµη του καί τήν ὁποία πληροφορία ἀγνοεῖ ὁ ἅγιος Νικόδημος.
Γ. Κάκκουρας (2021) ‘Άγιος Γεώργιος Νεομάρτυρας ο Κύπριος’, ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ, Εκκλησιατική, ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΥΠΡΟΥ 506, σσ.681-686.